
Yπάρχουν 11 κύρια συστήματα οργάνων στο ανθρώπινο σώμα. Μεταξύ των οποίων το κυκλοφορικό, το αναπνευστικό, το ουροποιητικό, το αναπαραγωγικό, το σκελετικό, μυϊκό, νευρικό, το ενδοκρινικό, λεμφικό και πεπτικό σύστημα. Όλα αυτά τα συστήματα αποτελούν το ανθρώπινο σώμα. Σε αντίθεση με το κυκλοφορικό σύστημα, το αναπνευστικό σύστημα ή το μυοσκελετικό σύστημα που έχουν πολύ συγκεκριμένες λειτουργίες όπως η παροχή αίματος, η χρήση οξυγόνου κλπ, το ενδοκανναβινοειδές ρυθμίζει τον τρόπο με τον οποίο λειτουργούν όλα τα άλλα συστήματα στο σώμα, προκειμένου να διατηρηθεί η ομοιόσταση – η κατάσταση ισορροπίας και η βέλτιστη λειτουργία.
Τα ενδοκανναβινοειδή ενεργοποιώντας στα προσυναπτικά κύτταρα,ελέγχουν την ένταση που στέλνουν τα επικοινωνιακά σήματα καιεπηρεάζουν τη διάρκεια και την ένταση του ευρέος φάσματος των φυσιολογικών διεργασιών υπό τον έλεγχό τους.Το ενδοκανναβινοειδές σύστημα συνδέεται με μια σειρά σημαντικών διεργασιών και συγκεντρώνεται στον εγκέφαλο, στο νευρικό σύστημα και στα αναπαραγωγικά όργανα χωρίς να επηρεάζει τις περιοχές του εγκεφάλου που ελέγχουν την καρδιά και τη λειτουργία των πνευμόνων. Αυτός είναι ένας από τους κύριους λόγους για τους οποίους δεν εμφανίζονται θανατηφόρες υπερβολικές δόσεις κανναβινοειδών (NCI, 2016).
Μεταφορικά, το ενδοκανναβινοειδές σύστημα μπορούμε να το δούμε σαν ένα σύστημα, που κλειδώνει και ξεκλειδώνει διάφορες «κλειδαριές». Σαν κλειδαριές, μπορούμε να φανταστούμε τους υποδοχείς που υπάρχουν στις κυτταρικές μεμβράνες και περιμένουν τα κανναβινοειδή. Σαν κλειδιά, μπορούμε να δούμε γενικά τα ενδοκανναβινοειδή, τόσο αυτά που προσλαμβάνουμε απέξω όσο και αυτά, που ενεργοποιούνται μέσα στον οργανισμό μας.
Τα κανναβινοειδή, που παίρνουμε από την κάνναβη,όπως είναι το CBD, συνεργάζονται με τα ενδοκανναβινοειδή και ενισχύουν την φυσική παραγωγή τους από τον ανθρώπινο οργανισμό, με αποτέλεσμα την τόνωση του ενδοκανναβινοειδούς και κατ’ επέκταση την βέλτιστη λειτουργία του οργανισμού.
Όπως, λοιπόν, το κλειδί ταιριάζει σε μια κλειδαριά, έτσι και τα ενδοκανναβινοειδή αλληλεπιδρούν με τους υποδοχείς και μεταδίδουν πληροφορίες σχετικά με τις μεταβαλλόμενες συνθήκες για να ξεκινήσουν μια διαδικασία, με στόχο να βοηθήσουν το σώμα να επιτύχει ομοιόσταση ή ισορροπία μέσα στο σώμα, παρά τις εξωτερικές επιδράσεις (Alger, 2013) .
Κάθε φορά που υπάρχουν αποκλίσεις από την ομοιόσταση στις λειτουργίες του σώματος, το ενδοκανναβινοειδές σύστημα ενεργοποιείται και αρχίζει να ανταποκρίνεται αναλόγως με τη σύνθεση των ενδοκανναβινοειδών, τα οποία δρουν ως νευροδιαβιβαστές μέσω των υποδοχέων κανναβινοειδών που βρίσκονται σε επιλεγμένους ιστούς.
Έχουμε (τουλάχιστον) δύο τύπους υποδοχέων κανναβινοειδών:
~ CB1, που βρίσκεται στο κεντρικό νευρικό σύστημα (εγκέφαλος και νεύρα του νωτιαίου μυελού)
~ CB2, που βρίσκεται στο περιφερικό νευρικό σύστημα (νεύρα στα άκρα σας), το πεπτικό σύστημα και εξειδικευμένα κύτταρα στο ανοσοποιητικό σύστημα
Τα ενδοκανναβινοειδή είναι γνωστό ότι διαμορφώνουν και επηρεάζουν μια ποικιλία φυσιολογικών συστημάτων, όπως η όρεξη, ο πόνος, η φλεγμονή(και τη νευροφλεγμονή), ο μεταβολισμός, η ενδοφθάλμια πίεση, η διάθεση, ο έλεγχος μυών, η ενεργειακή ισορροπία, , η υγεία του ύπνου, ανταμοιβή, δημιουργηκότητα και μνήμη.
Οι υποδοχείς CB1 είναι πιο διαδεδομένοι στο κεντρικό νευρικό σύστημα και συνδέονται με τα ακόλουθα πλεονεκτήματα:
~ Διαμόρφωση στρες και άγχους,όρεξη,μειωμένη ναυτία, ισορροπία του ανοσοποιητικού συστήματος ,αναστολή όγκων .
Οι υποδοχείς CB2 βρίσκονται κυρίως στα κύτταρα του ανοσοποιητικού συστήματος και φαίνεται να κυριαρχούν στην καταπολέμηση της φλεγμονής και της βλάβης στους ιστούς. Ορισμένα κύτταρα μπορούν ακόμη και να περιέχουν και τους δύο τύπους υποδοχέων, ο καθένας από τον οποίο είναι υπεύθυνος για μια διαφορετική λειτουργία.
Ένα παράδειγμα από τις βασικές λειτουργίες των ενδοκανναβινοειδών είναι η αυτοφαγία. Αυτή είναι μια κυτταρική διαδικασία μέσω της οποίας το κύτταρο διαχωρίζει ένα τμήμα του περιεχομένου του για να αφομοιωθεί και να ανακυκλωθεί. Η διαδικασία αποτελεί ένα σημαντικό μέρος της μακροζωίας του κυττάρου, του επιτρέπει να διατηρήσει μια ισορροπία μεταξύ της σύνθεσης και υποβάθμισης και έχει κεντρικό ρόλο στον αγώνα κατά του καρκίνου, όπου αναγκάζουμε τα κακοήθη κύτταρα να τρώνε τον εαυτό τους. Η αφαίρεση των καρκινικών κυττάρων είναι ένα κρίσιμο μέρος της προώθησης της ομοιόστασης και της επιβίωσης του οργανισμού.
Τα ενδοκανναβινοειδή και τα κανναβινοειδή μπορούν επίσης να βρεθούν στα σημεία όπου τα συστήματα του σώματος συναντώνται, διευκολύνοντας την επικοινωνία μεταξύ των διαφορετικών τύπων κυττάρων. Για παράδειγμα, γύρω από μια περιοχή τραυματισμού, τα κανναβινοειδή εκτελούν έναν ρόλο στην επιβράδυνση της απελευθέρωσης των ευαισθητοποιητών και των ενεργοποιητών, βοηθώντας να σταθεροποιηθούν τα κύτταρα των νεύρων για την πρόληψη της ενεργοποίησης τους και ηρεμώντας τα τοπικά ανοσοκύτταρα στο να αναστείλουν την απελευθέρωση ουσιών που προκαλούν φλεγμονή.
Όλες αυτές οι λειτουργίες εξυπηρετούν ένα κεντρικό στόχο: να ελαχιστοποιηθεί η βλάβη και ο πόνος. Υπό την έννοια αυτή, λόγω των περίπλοκων λειτουργιών του, τόσο στο ανοσοποιητικό όσο και στο νευρικό σύστημα, το ενδοκανναβινοειδές σύστημα είναι μια γέφυρα μεταξύ του μυαλού και του σώματος.
Καθώς μεσολαβούν στην κυτταρική ομοιόσταση, τα κανναβινοειδή μπορεί να έχουν επίδραση στο πώς βλέπουμε και αλληλεπιδρούμε με το εξωτερικό περιβάλλον. Είναι προφανές ότι κοινωνικά τα κανναβινοειδή μπορούν να αλλάξουν την ανθρώπινη συμπεριφορά, σε πολλές περιπτώσεις, προωθούν ιδιότητες όπως το χιούμορ και η δημιουργικότητα, σε συνδυασμό με την επιθυμία να μοιραστούμε. Είναι πιθανό ότι επηρεάζοντας τη νευρογένεση και τη νευρωνική πλαστικότητα, τα κανναβινοειδή μπορούν επηρεάσουν την ικανότητα ενός ατόμου στο να είναι ανοιχτόμυαλο και να βγαίνει από τον περιορισμό των τρόπων σκέψης και τις παγιωμένες συνήθειες συμπεριφοράς.